Τρίτη 26 Απριλίου 2011

ΑΓΙΟΙ ΡΑΦΑΗΛ, ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

Ο Άγιος Ραφαήλ γεννήθηκε στην Ιθάκη , το 1410 και καταγόταν από πλούσια χριστιανική οικογένεια. Ο πατέρας του λεγόταν Διονύσιος κι η μητέρα του Μαρία. Ήσαν κι οι δύο ευσεβέστατοι. Γι΄ αυτό και το παιδί τους φρόντισαν από τα πρώτα χρόνια να το αναθρέψουν με το γάλα της αρετής και της ευσέβειας. Όταν ο Γεώργιος ανδρώθηκε ,αυτό ήταν το αρχικό του όνομα, έγινε αξιωματικός στον Βυζαντινό στρατό. Σύντομα όμως παράτησε τούτο το αξίωμα του κι έγινε μοναχός κι αργότερα ιερέας με τ΄ όνομα Ραφαήλ. Η δίψα του για ανώτερες θεολογικές σπουδές οδήγησε τα βήματα του στην πόλη της Γαλλίας Morlee, γνωστή κατά την εποχή εκείνη για την πλούσια θρησκευτική της παράδοση.Στην πόλη αυτή γνώρισε και τον συσπουδαστή του Νικόλαο από τη Θεσσαλονίκη και μ΄ αυτόν επέστρεψε στις Αθήνες όπου και ανέλαβε καθήκοντα εφημεριακά στον ιερό ναό του Αγίου Δημητρίου του Λαμπαδιάρη που βρίσκεται κοντά στην Ακρόπολη. Εκεί χειροτονήθηκε κι ο φίλος του Νικόλαος διάκονος. Ύστερα από λίγο καιρό βρίσκουμε τους δύο εργάτες του Ευαγγελίου στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί μάλιστα το Πατριαρχείο εκτιμώντας τη μόρφωση, τον ζήλο και τη δραστηριότητα του Ραφαήλ, τον προήγαγε σε Αρχιμανδρίτη με τον τιμητικό τίτλο του Πρωτοσύγκελου και τον έστειλε σαν εκπρόσωπο του σε διάφορα θεολογικά συνέδρια στην Ιταλία και τη Γαλλία.Η άλωση της Βασιλίδος των πόλεων βρήκε τους δύο κληρικούς στη Θράκη και την επόμενη χρονιά στη Μυτιλήνη που ήταν ελεύθερη , γιατί τελούσε τότε κάτω από την ηγεμονία των Γενουατών. Σαν έφθασαν στο όμορφο αυτό Νησί οι Άγιοι ζήτησαν να βρουν ένα ήσυχο μέρος για να μονάσουν. Σαν τέτοιο , ο τότε προεστός της Θερμής , στο λιμάνι της οποίας είχαν φτάσει, τους συνέστησε το παλαιό μοναστήρι της Θεοτόκου των Καρυών , που ήταν καταστρεμμένο από πειρατές το 1235. Στο μοναστήρι αυτό το μισογκρεμισμένο βρισκόταν κι ένας ακόμη μοναχός , ο Ρουβήμ. Σ΄ αυτό κατέφυγαν οι δύο λάτρεις της αγγελικής ζωής. Στο μέρος αυτό το ζυμωμένο με αίματα ηρώων και μαρτύρων της πίστεως κατηύθυνε τα βήματα τους ο Πανάγαθος Θεός . Εκεί θέλησε να ζήσουν οι δυο ενάρετοι κληρικοί και να συνεχίσουν την παράδοση της Μονής , αλλά και την παράδοση του Ορθόδοξου κλήρου.Επί οκτώ συνεχή έτη έζησαν ειρηνικά στο όμορφο αυτό μέρος οι Άγιοι μας. Η κατακτητική μανία όμως του Μωάμεθ Β΄ του Πορθητή διέκοψε την ήσυχη ζωή του μοναστηριού . Άγρια στίφη από Τούρκους στρατιώτες το 1462 ήλθαν και κατέλαβαν τη Νήσο... Το τι υπέφεραν οι κάτοικοι τις μέρες εκείνες δεν λέγεται. Ξυλοδαρμοί, ατιμώσεις, λεηλασίες, σφαγές και πιέσεις για να αλλαξοπιστήσουν οι χριστιανοί κι ένα σωρό άλλα εγκλήματα και μαρτύρια, είναι όσα ακολούθησαν τον ερχομό τους. Το μοναστήρι ευτυχώς τους πρώτους μήνες δεν το πείραξαν. Τον Απρίλιο όμως του 1462 μερικοί Χριστιανοί της Θερμής , μη ανεχόμενοι τις ταλαιπωρίες στις οποίες τους υπέβαλαν οι κατακτητές , πήραν τα όπλα κατά την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής κι εξεγέρθηκαν για να αμυνθούν. Οι Τούρκοι υποπτευόμενοι ότι το μοναστήρι υπεκίνησε το κίνημα και έκρυβε τους κινηματίες αφήκαν να ξεσπάσει επάνω στον Ραφαήλ που είχε γίνει και ηγούμενος , αλλά και στους άλλους μοναχούς, όλο το μίσος κι η εξοντωτική μανία τους. Στο μεταξύ στο μοναστήρι είχαν καταφύγει για ασφάλεια και αρκετοί από τους κατοίκους της κοινότητας. Ανάμεσα σ΄ αυτούς ήταν κι ο προεστός της Θερμής Βασίλειος, η σύζυγος του Μαρία με τα παιδιά τους, τον ενδεκάμηνο Ραφάηλ και τη δωδεκάχρονη Ειρήνη, ο δάσκαλος Θεόδωρος και πολλοί άλλοι.


Τα φρικτά βάσανα των ΑγίωνΠέρασε η Σαρακοστή . Μπήκε η Αγία Εβδομάδα . Οι ευρισκόμενοι εκεί χριστιανοί ζουν έντονα καθημερινά το θείο δράμα. Κάθε ώρα που περνά τους φέρνει πιο κοντά και στο δικό τους δράμα.Τη Μεγάλη Πέμπτη ο Άγιος Ραφαήλ λειτούργησε για τελευταία φορά. Τη Μ. Παρασκευή , αγριεμένοι πάνοπλοι Τούρκοι στρατιώτες έφτασαν και μπήκαν στη μονή. Έπιασαν τον ηγούμενο κι άρχισαν τις ανακρίσεις και τα βασανιστήρια. Ανήκουστα βασανιστήρια που βάσταξαν μέχρι την Τρίτη της Διακαινησίμου. Την ημέρα αυτή τέλειωσαν όλα. Όσοι συνελήφθηκαν βρήκαν όλοι τους μαρτυρικό θάνατο.Σύμφωνα με τις οραματικές εμφανίσεις και αποκαλύψεις των ιδίων των μαρτύρων στην αρχή άρπαξαν τον ηγούμενο κι αφού του έδεσαν τα χέρια πισώπλατα , τον έσυραν με βία απ΄ τα μαλλιά και τη γενειάδα κι άρχισαν να τον κτυπούν αλύπητα. Ύστερα τον κρέμασαν από τα πόδια σε μία καρυδιά και συνέχισαν να τον κτυπούν. Αφού επί ώρες τον βασάνισαν κατ΄ αυτό τον τρόπο, έφεραν μετά ένα πριόνι κι άρχισαν να του πριονίζουν από το στόμα στη σιαγόνα, που την βρήκαν αργότερα πιο πέρα από το άλλο σώμα πεταμένη. Τελικά τον έσφαξαν.Τα ίδια βάσανα έκαμαν και στον Άγιο Νικόλαο. Αυτόν τον κρέμασαν σε μια πιο μικρή καρυδιά , απέναντι από τον Ραφαήλ και τον κτυπούσαν με την ίδια μανία. Όταν όμως αυτός είδε τον αγαπημένο του ηγούμενο να τον πριονίζουν , συγκλονίστηκε τόσο που πέθανε από συγκοπή. Ήταν πολύ αδύνατος στο σώμα. Σε παρόμοια βασανιστήρια υπεβλήθησαν κι οι άλλοι πατέρες κι ο δάσκαλος.Μετά ήλθε η σειρά της οικογένειας του προεστού. Όταν κι αυτή αρνήθηκε να αποκαλύψει ότι ήξερε ή να αλλαξοπιστήσει , τότε ένας στρατιώτης όρμησε προς την σύζυγο του προεστού Μαρία, άρπαξε απ΄ την αγκάλη της το ενδεκάμηνο αγόρι της Ραφαήλ και το ποδοπάτησαν . Ύστερα πήραν την δωδεκάχρονη κόρη Ειρήνη κι άρχισαν να την σέρνουν από τα μαλλιά. Κάποια στιγμή που η τραγική μητέρα δοκίμασε να αποσπάσει την κορούλα της από τα χέρια των Αγαρηνών , ένας απ΄ αυτούς με το τσεκούρι έκοψε το χέρι της παιδούλας και το πόδι της και τα πέταξε στη μητέρα της λέγοντας :- Πάρε την κόρη σουΤα σπαραχτικά κλάματα των γονιών και των παρισταμένων εξαγρίωσαν ακόμη περισσότερο τα θηρία. Και το έδειξαν. Αφού έβαλαν το αιμόφυρτο κοριτσάκι σ΄ ένα μεγάλο πιθάρι , που βρίσκεται σήμερα μέσα στον ναό, το έκαψαν ζωντανό. Η δύστυχη μητέρα στο απάνθρωπο μαρτύριο της κόρης της δεν άντεξε. Πέθανε από συγκοπή. Αμέσως μετά οι Τούρκοι πήραν τον πατέρα κι αφού τον βασάνισαν στο τέλος τον κομμάτιασαν. Τα ίδια έκαμαν και με τους άλλους κρατουμένους. Ύστερα από όλα αυτά οι Τούρκοι πυρπόλησαν το μοναστήρι και έφυγαν. Έξω άφησαν άταφα τα λείψανα των μαρτύρων. Εκεί πεταμένα κορμιά. Εδώ κεφάλια αποκομμένα με μάτια γουρλωμένα, κορμιά καμένα. Έτσι έκλεισε το σκηνικό της τραγικής υπόθεσης του μαρτυρίου των Καρυών , 9 Απριλίου του 1463 και ημέρα Τρίτη της Διακαινησίμου (Λαμπροτρίτη).Το άλλο βράδυ, παρά την τρομοκρατία των ημερών εκείνων, μερικοί ευσεβείς χριστιανοί μαζί με τον επιστάτη της Μονής κι ένα μοναχό που είχαν σωθεί γιατί έλειπαν , παρέλαβαν από τη Θερμή ένα γέροντα ιερέα τυφλό, ηλικίας 112 χρονών ,κι έθαψαν κρυφά τα λείψανα των Μαρτύρων στις Καρυές. Τον Άγιο Ραφαήλ τον έθαψαν μέσα στην καμένη Εκκλησία, τον Άγιο Νικόλαο και τους άλλους μάρτυρες στο προαύλιο της.Τα του μαρτυρίου των Καρυών μας διηγείται κι η Μαρία Τσολάκη από τη Θέρμη, όπως της τα απεκάλυψε σ’ ένα ενύπνιό της ο τυφλός ιερέας που ανέβηκε στη μονή με τη βοήθεια του μοναχού Σταύρου και του επιστάτη Ακίνδυνου κι έθαψε τους μάρτυρες. “ Τότε που μαρτύρησαν οι Άγιοι, της είπε, ήμουν πολύ γέρος και είχα τυφλωθεί. Μετά την καταστροφή του Μοναστηριού, κατέβηκαν κρυφά στο σπίτι μου και οι δυο που είχαν σωθεί, ο μοναχός Σταύρος και ο επιστάτης Ακίνδυνος. Μου διηγήθηκαν με κλάματα τα όσα συνέβησαν. Την ώρα του ενταφιασμού του Χριστού, ανέβησαν οι Τούρκοι στο Μοναστήρι. Μόλις μπήκαν, ο άγιος Ραφαήλ βγήκε από στην πόρτα της Εκκλησίας, γονάτισε, σήκωσε τα χέρια του στον ουρανό, προσευχήθηκε κι ύστερα φώναξε με θάρρος στους Τούρκους. “Σε σας θα δώσω μόνο το κορμί μου, αλλά τη ψυχή μου στον Θεό μου”. Τους είπε πολλά, και τότε εκείνοι εξαγριώθηκαν, όρμησαν πάνω του κι άρχισαν να τον βασανίζουν. Ο Ακίνδυνος με τον Σταύρο είχαν κρυφθεί κατ’ εντολή του Αγίου και κατόρθωσαν να φύγουν και να σωθούν στη σπηλιά του γέροντος Ιωσήφ. Αφού μου τα είπαν αυτά, με πήραν κι ανέβηκαν κρυφά στις Καρυές να θάψουμε τους Μάρτυρες, γιατί χωρίς παπά δεν ήθελαν να τους θάψουν. Όταν φθάσαμε , γονάτισα πάνω από το Αγίασμα και παρακάλεσα, “ Θεέ μου, δος μου , το φως μου να τους ιδώ για τελευταία φορά ”. Έπλυνα τα μάτια μου με λίγο Aγίασμα που μου έδωσε ο Ακίνδυνος. Την ίδια στιγμή βγήκε μια λάμψη και ανέβλεψα. Όμως αυτό που είδα να μην αξιώνεται κανείς να το βλέπει. Το Αγίασμα γεμάτο αίματα. Τα σώματα των Μαρτύρων μέσα στο αίμα και ο πολυαγαπημένος μου ηγούμενος Ραφαήλ κρεμασμένος ανάποδα σε μια καρυδιά και σφαγμένος. Τους θάψαμε με κλάματα κι έπειτα ο Σταύρος με τον Ακίνδυνο με κατέβασαν πάλι στο χωριό. Έζησα άλλες εννέα μέρες και πέθανα σε ηλικία 112 χρονών ” . Αυτά αναφέρει η Μαρία Τσολάκη . Αυτά της απεκάλυψε σ΄ ένα όραμα της ο γέροντας ιερέας που έθαψε τους Μάρτυρες.Για 500 χρόνια περίπου το φοβερό δράμα που εξελίχθηκε στην περιοχή αυτή των Καρυών έμενε σε αφάνεια. Παρ΄ όλον τούτο πολλοί Χριστιανοί βλέπανε τακτικά ένα μεγαλόσωμο ιερέα να περιφέρεται στο μέρος αυτό, να θυμιατίζει και να τριγυρνά γύρω στα παλιά ερείπια της Εκκλησίας. Γι΄ αυτό κι η τοποθεσία είχε πάρει το όνομα “ Καλόγερος ”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου